Λίγα λόγια για την συγκυρία
Σχεδόν δύο χρόνια τώρα η πανδημία του κορονοϊού αποτελεί δυστυχώς έναν καθοριστικό παράγοντα που διαμορφώνει την καθημερινότητά μας και τις ζωές μας. Όλο αυτό το διάστημα διαπιστώνουμε πως η κυβέρνηση δεν έχει λάβει κανένα ουσιαστικό μέτρο για την ενίσχυση του συστήματος της δημόσιας υγείας και την αποτελεσματική αντιμετώπιση της πανδημίας. Αντιθέτως ενίσχυσε τα σώματα ασφαλείας δημιουργώντας ένα κλίμα τρομοκράτησης, έδωσε υπέρογκα ποσά στα κανάλια και μετακύλησε πλήρως την ευθύνη στους πολίτες.
Την κατάσταση αυτή καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε και με το άνοιγμα των σχολών μας. Είναι σαφές ότι η τηλεκπαίδευση υπήρξε μια προβληματική διαδικασία, καθώς συχνά κληθήκαμε να αντιμετωπίσουμε τεχνικά ζητήματα και επιπλέον αποτελεί έναν τρόπο μάθησης που δεν προωθεί τον διάλογο μεταξύ καθηγητ(ρι)ών και φοιτητ(ρι)ών, με τα τελευταία να γίνονται συνήθως παθητικοί δέκτες της διδασκαλίας. Επομένως, η δια ζώσης επαναλειτουργία των σχολών μας και η επιστροφή μας στον κοινωνικό μας χώρο ήταν αναγκαία. Ωστόσο, διαπιστώνουμε ότι τα μέτρα τα οποία έχουν ληφθεί έτσι ώστε να εξασφαλιστεί το ασφαλές άνοιγμα των πανεπιστημίων δεν επαρκούν. Συγκεκριμένα, το μόνο μέτρο που τηρείται είναι αυτό της χρήσης μάσκας. Οι αποστάσεις, ειδικά σε μαθήματα με μεγάλα ακροατήρια (όπως σε αρκετά τμήματα της σχολής μας), είναι αδύνατο να τηρηθούν, λόγω της έλλειψης χώρου.
Αντί λοιπόν το Υπουργείο Παιδείας και η κυβέρνηση να φροντίσουν να ληφθούν όλα τα απαραίτητα υγειονομικά μέτρα, προχωρούν σε ένα διαχωρισμό μεταξύ εμβολιασμένων και ανεμβολίαστων φοιτητών, με τα τελευταία να επωμίζονται το οικονομικό κόστος των διαγνωστικών τεστ. Ο διαχωρισμός αυτός δεν αποτελεί ορθό μέσο προώθησης του εμβολίου, το οποίο σαφώς και αποτελεί σημαντικό όπλο απέναντι στην πανδημία. Για ακόμη μια φορά λοιπόν, επισημαίνεται αποκλειστικά η ατομική ευθύνη, χωρίς να αναγνωρίζονται οι κρατικές ευθύνες αλλά ακόμα και οι ευθύνες των ίδιων των ιδρυμάτων σχετικά με το ασφαλές άνοιγμα των σχολών.
Παράλληλα, επιστρέφουμε σε ένα πανεπιστήμιο το οποίο θα λειτουργεί υπό ένα ακόμα πιο ασφυκτικό πλαίσιο, όπως αυτό διαμορφώνεται από τον νόμο Κεραμέως – Χρυσοχοΐδη. Ήδη ήρθαμε αντιμέτωπα με την εφαρμογή πτυχών του νόμου αυτού, συγκεκριμένα με το μέτρο της Ελάχιστης Βάσης Εισαγωγής, που άφησε πλήθος μαθητ(ρι)ών εκτός της δημόσιας τριτοβάθμιας εκπαίδευσης. Συνολικά, ο νόμος αυτός διαμορφώνει ένα πανεπιστήμιο εντατικοποιημένο, στείρο εξεταστικό κέντρο, σε ένα χώρο που θα χάσει το κοινωνικό και πολιτικό χαρακτήρα του, αφού στην ουσία ο νόμος ποινικοποιεί την συνδικαλιστική/ πολιτική δραστηριότητα εντός αυτού και μειώνει τον χρόνο σπουδών στα ν+2 έτη.
Φοιτητικός Σύλλογος
Κάθε φοιτήτρια/ης/ο από την στιγμή που εγγράφεται στο τμήμα του αποτελεί μέλος του φοιτητικού συλλόγου. Κυριότερο όργανο αυτού αποτελεί η Γενική Συνέλευση. Σε αυτή μπορούν να παρέμβουν, δηλαδή να συμμετάσχουν να πάρουν τον λόγο και να συναποφασίσουν όλα τα μέλη του συλλόγου. Η διεξαγωγή της για την λήψη αποφάσεων προϋποθέτει την συμπλήρωση της ορισμένης απαρτίας ώστε να διασφαλίζεται ο αμεσοδημοκρατικός και συλλογικός χαρακτήρας του. Στην Γ.Σ. συζητούνται από θέματα της σχολής μέχρι και ζητήματα της επικαιρότητας- κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις. Εκεί, μέσω της ψηφοφορίας επί των ψηφισμάτων και των πολιτικών πλαισίων/κειμέ-νων, αποφασίζονται οι θέσεις και οι δράσεις του συλλόγου.
Ακόμα, όργανο του συλλόγου αποτελεί το Διοικητικό Συμβούλιο, το οποίο προκύπτει μέσα από τις φοιτητικές εκλογές. Εμείς, εφόσον έχουμε εκλεγεί σε αυτό, επιλέγουμε να παρεμβαίνουμε ως πολιτική δύναμη και όχι ως ατομικότητες. Θεωρούμε ότι και αυτό πρέπει να συνεδριάζει ανοιχτά, καθιστώντας δηλαδή τις διαδικασίες του προσβάσιμες σε όλα τα μέλη του συλλόγου. Οι διαδικασίες του εξασφαλίζουν ευελιξία για ζητήματα που προκύπτουν και έχουν ανοίξει ή πρόκειται να ανοίξουν στο φοιτητικό σώμα. Οφείλει να πράττει με βάση την πολιτική γραμμή που προκύπτει από τις γενικές συνελεύσεις και είναι υπόλογο στον σύλλογο.
Το Πανεπιστήμιο που διεκδικούμε
Διεκδικούμε ανοιχτούς συλλόγους
και διαδικασίες στις οποίες θα μετέχουν όλοι οι φοιτητές και όλες οι
φοιτήτριες, συναποφασίζοντας για τις σπουδές και το μέλλον τους, με βασικότερο
όργανο τις γενικές συνελεύσεις. Απέναντι στον ατομικισμό, προτάσσουμε την
αλληλεγγύη και την συνεργασία των φοιτητών/τριών. Για εμάς το Πανεπιστήμιο
είναι ένας χώρος κοινωνικοποίησης και πολιτικοποίησης, όπου μέσω των
σχημάτων και κυρίως των συλλογικών διαδικασιών διεκδικούμε τα δικαιώματά μας.
Είναι επίσης ένας χώρος μάθησης και ουσιαστικής γνώσης, κοινωνικά χρήσιμης, όχι στείρας και μονόπλευρης, μιας γνώσης που δεν θα εξυπηρετεί τις συνεχώς μεταβαλλόμενες ανάγκες του κεφαλαίου. Παράλληλα, απαντάμε στην εντατικοποίηση των σπουδών προτάσσοντας τη σημασία του ελεύθερου χρόνου, απαραίτητος για όλες/ους/α μας, πόσο μάλλον για τα συμφοιτητά μας τα οποία εργάζονται. Παλεύουμε επομένως για την ανασυγκρότηση του φοιτητικού κινήματος, με την ενεργή συμμετοχή του συνόλου των φοιτητών στα κοινά. Αγωνιζόμαστε για το Πανεπιστήμιο, όπου όλοι οι φοιτητές και όλες οι φοιτήτριες θα έχουν λόγο.
Στόχος μας είναι ένα Πανεπιστήμιο που δε θα αποτελεί αυταρχικό εκπαιδευτήριο με σκοπό την παραγωγή πειθαρχημένων νέων εργαζομένων. Αγωνιζόμαστε για ένα Πανεπιστήμιο που θα καλλιεργεί τη φαντασία και την κριτική σκέψη, θα οξύνει τις κοινωνικές ευαισθησίες και τις πολιτικές ανησυχίες και θα ενισχύει τη συλλογικότητα. Ένα Πανεπιστήμιο ανοιχτό, που θα συνιστά εστία κοινωνικών αγώνων και αμφισβήτησης, θα κοινωνικοποιεί τη γνώση και θα δίνει στους νέους ανθρώπους τη δυνατότητα να διεκδικήσουν αυτά που τους ανήκουν κι αυτά που τους αξίζουν.
Ποιες/οι/α είμαστε;
Συμμετέχουμε στην Αριστερή Ενότητα (ΑΡ.ΕΝ), η οποία αποτελεί μια δικτύωση αυτόνομων σχημάτων, που προασπίζεται την ενότητα δράσης της αριστεράς απέναντι στην κοινή επίθεση που εξαπολύουν οι κυρίαρχοι. Παράλληλα, όμως, σε κάθε σχολή η ΑΡ.ΕΝ. εξειδικεύει τη δράση της ανάλογα με τα ιδιαίτερα ζητήματα του εκάστοτε κοινωνικού χώρου, μέσα από τις συμμετοχικές, μη ιεραρχικές, οριζόντιες διαδικασίες της, σε αντίθεση με τις παρατάξεις που λειτουργούν ιεραρχικά.
Η δράση μας, λοιπόν εδράζεται στον πανεπιστημιακό χώρο με μέριμνα πάντα τη σύνδεση των φοιτητικών αγώνων με τα ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα. Βασική μας πεποίθηση είναι ότι το Πανεπιστήμιο πρέπει να συνδέεται με την κοινωνία, αφού και εμείς δεν είμαστε μόνο φοιτητές/τριες, αλλά έχουμε πολλαπλές ταυτότητες. Συνεπώς, πέρα από τα ζητήματα του πανεπιστημίου, ενδιαφερόμαστε για το προσφυγικό/μεταναστευτικό ζήτημα, μετέχουμε στο αντιφασιστικό κίνημα, στο φεμινιστικό και σχετικό με ζητήματα γύρω από το έμφυλο και lgbtq+ κίνημα, μας απασχολούν τα οικολογικά προβλήματα. Επιμένουμε πεισματικά στον αγώνα για ποιοτική δημόσια και δωρεάν παιδεία και παλεύουμε για μια δίκαιη κοινωνία που θα εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργαζομένων και της νεολαίας.
Όσον αφορά τον τρόπο που δρούμε προτάσσουμε τις αμεσοδημοκρατικές, πλουραλιστικές διαδικασίες τόσο των σχημάτων μας όσο και του εκάστοτε Συλλόγου, όπου συναποφασίζουμε και συνυλοποιούμε. Θεωρούμε ότι δεν οφείλουμε απλώς και μόνο να διεκδικούμε, αλλά και να δημιουργούμε, πραγματοποιώντας δράσεις όπως αντι-μαθήματα, εκδηλώσεις/συζητήσεις και προβολές. Για εμάς δεν υπάρχουν ειδικοί και ειδικές και υπό αυτό το πρίσμα εμείς οι ίδιοι και οι ίδιες είμαστε οι καταλληλότεροι/ες να αναδείξουμε τις ανάγκες μας αλλά και να βρούμε τρόπους επανοικειοποίησης των σχολών μας. Προτάσσουμε την αυτοοργάνωση, την αλληλεγγύη, την αντιπληροφόριση.
Τέλος, κρίνουμε αναγκαία τη συνεργασία με τα υπόλοιπα κομμάτια της αριστεράς. Στην σχολή μας μάλιστα τα τελευταία χρόνια συμμετέχουμε στις εκλογές από κοινού με τα σχήματα ΣΑΦ-ΚΑΡΦΙ ΕΑΑΚ. Δεν μένουμε όμως μόνο στην εκλογική συνεργασία, αλλά επιδιώκουμε μέσα από την καθημερινή μας δράση να δημιουργήσουμε τομές με το παρελθόν προσπαθώντας να χτίσουμε μία συλλογικότητα χωρίς τις παθογένειες που έχουμε συναντήσει.
Τοποθετούμε το “εμείς” πάνω από το “εγώ” και οραματιζόμαστε μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση και ένα πανεπιστήμιο στο ύψος των αναγκών μας.